Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Ο ΑΝΑΧΩΡΗΤΗΣ ΑΛΕΚΟΣ ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ- ΆΡΘΡΟ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΛΤΣΙΔΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΛΑΜΙΑΚΟ ΤΎΠΟ ΤΟ 1981




Για να κάνει κάποιος κατανοητό το έργο ενός που στάθηκε σημείο εξύψωσης μιας κοινωνίας κατακρεουργημένης απ' το κατεστημένο θα πρέπει πάνω απ' όλα να είναι και αυτός υπέρμαχος μιας ανταρσίας ασυμβίβαστης με το σημερινό πολιτικό, κοινωνικό κατεστημένο. Σήμερα για να μπορέσουμε να μιλήσουμε για τον Κοντόπουλο θα πρέπει να έχουμε απελευθερωθεί πρώτα απ' όλα από τους σημερινούς απαρχαιωμένους τρόπους σκέψης,, θα πρέπει να έχουμε αντικαταστήσει τη λανθασμένη ελληνική νοοτροπία με τη σύγχρονη παγκόσμια προοδευτική σκέψη.
Ο Αλέκος Κοντόπουλος γεννήθηκε στη Λαμία το 1905. μετά από μονοετή φοίτηση στο πανεπιστήμιο μεταπήδησε στη Σχολή Καλών Τεχνών όπου είχε καθηγητές: Δ. Γεραννιώτη, Γ. Ιακωβίδη και Ν. Λύτρα.
Με υποτροφία της Ακαδημίας επισκέφτηκε το Παρίσι και διεύρυνε τις σπουδές του στις Ακαδημίες COLLAROSSI και GRANDE SOMNIER. Το 1935-1940 ήταν μέλος της ομάδας Paris Mont Parnasse.
Υπήρξε συνιδρυτής των ομάδων 'ΑΚΡΑΙΟΙ” και “ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ”. Το 1940-1969 εργάστηκε ως μουσειακός καλλιτέχνης στο αρχαιολογικό μουσείο Αθηνών. Το 1948- 1949 διετέλεσε αντιπρόεδρος του καλλιτεχνικού επιμελητηρίου. Ατομικές εκθέσεις: 1933, 1951, 1957, 1961, 1962, 1969 και στην Biennale Βενετίας 1960.
Παράλληλα με τη ζωγραφική του επίδοση, ο Α. Κοντόπουλος υπήρξε και συγγραφέας. “Ενθύμιον ποιούμαι την τέχνην”, “Η καταδολίευση της Τέχνης”, “Το εγκώμιο της Σιωπής” είναι τα βιβλία που εκθέτει τις απόψεις και τις σκέψεις του για τη Τέχνη.


“Ο ζωγράφος Αλέκος Κοντόπουλος υπήρξε επίσης ένας αναχωρητής, που έζησε και ζει ονειρευόμενος. Ένας αναζητητής της αιωνιότητας που έχει αδειάσει χιλιάδες φορές το κύπελλο του, όμως ο ίδιος ποτέ δεν έχει κενωθεί. Ο Κοντόπουλος υπήρξε ένας αναχωρητής καταμεσής της ζωής και της καθημερινότητας. Δεν τράβηξε στην έρημο ούτε στα βουνά, μα περπάτησε στους δικούς του εσωτερικούς κόσμους. Γι' αυτό είναι ένας αναχωρητής μέσα στην τύρβη και στον αγώνα της εποχής του που προσπάθησε να την επηρεάσει και να την κερδίσει. Μόνο αυτός που ονειρεύεται μπορεί να πιστεύει στον άνθρωπο και στην εξύψωση του. Ο αναχωρητής Κοντόπουλος αισθάνθηκε το μεγαλείο του ανθρώπου , γιατί μπορούσε να ονειρεύεται και να διαβλέπει την αλήθεια πέρα από τις σκιές.
Γι' αυτό η θέση του υπήρξε αγωνιστική. Θέλησε το προσωπικό του όραμα να το αποκαλύψει στους συνανθρώπους του και την αλήθεια του οράματος του να την κάνει κτήμα τους. 'έτσι δικαιολογείται και ο παιδευτικός και διαφωτιστικός ρόλος, που με τα γραπτά του έπαιξε και παίζει, παράλληλα προς την καθαρή ζωγραφική του επίδοση”.

Με αυτά τα λόγια ο Σ. Λυδάκης παρουσιάζει τον Κοντόπουλο. Μα πριν απ' όλα ο Κοντόπουλος είχε παρουσιαστεί μόνος του σαν καλλιτεχνική και πνευματική προσωπικότητα. Στην προϋπόθεση ανάπτυξης και εξέλιξης μιας κοινωνίας είναι το ποσοστό επαναστικότητας που την αντιπροσωπεύουν οι διανοούμενοι. Και ο Κοντόπουλος ήταν ένας απ' αυτούς αλλά δεν υπήρξαν τόσοι πολλοί όσοι για να σηκώσουν στους ώμους τους την πρόοδο και το μέλλον του λαού. . Και έφυγαν οι επαναστάτες σκοτωμένοι ενώ τα λαϊκά στρώματα επιδόθηκαν στον ημερήσιο άρτο, χωρίς προεκτάσεις πνευματικές χωρίς προεκτάσεις πνευματικές, χωρίς αναχωρητές, σχεδόν μόνοι.
Η σχεδόν καθολική πνευματική καθίζηση του νεοελληνικού πολιτισμού κορυφώνεται με την κυριαρχία παλαιών αντιλήψεων, δεδομένων που σχετίζονται με την Ελληνική φύση, το φως, τον ουρανό και άλλα τέτοια κατασκευάσματα που σε τελευταία ανάλυση είναι έξω σε απ' το ρόλο της ζωγραφικής. Η ζωγραφική πάνω απ' όλα είναι κοινωνική έκφραση, είναι η απεικόνιση ενός ολόκληρου λαού, είναι η απεικόνιση της προόδου, είναι ο καθρέφτης που μπορούμε να δούμε την κοινωνία που ζούμε. Ο Κοντόπολος έσπασε τους παλαιούς απαρχαιωμένους καθρεφτισμούς και μας έδειξε ένα καθρέφτη εντελώς αλλιώτικο. Για να δούμε σ' ένα καθρέφτη την κοινωνία μας πρέπει να προετοιμαστούμε, πρέπει πάνω απ' όλα ν' αγωνιστούμε σπάζοντας τα κοινωνικά θεμέλια επαναστατώντας αχαλίνωτα. Είμαστε στο καιρό των πυραύλων και βάλαμε ακόμα άλογα μόνο και μόνο γιατί έτσι συμφέρει τους λίγους που καπηλεύονται το μικρό πνευματικό επίπεδο του λαού κρατώντας το στα μέτρα τους.

Η ανάπτυξη και η εξέλιξη απαιτούν μάθηση, κόπους, ανταρσίες ενώ η σταθερότητα, επιστροφή στις ρίζες καθημερινό συμβιβασμό. Και είναι τούτοι οι πνευματικοί άνθρωποι – κυρίως οι ζωγράφοι – που ακολουθούν το δεύτερο δρόμο της σταθερότητας. Μα δεν μπορεί κανένας να καταλάβει ότι ζούμε στο χτες, ότι μας τοποθετούν στο παρελθόν γυρίζοντας μας στις ρίζες; ...και έτσι περνάνε και θάβονται οι αμφισβητίες, οι αντάρτες, οι εργάτες της κοινωνίας και της τέχνης”. Έγραφε κάποτε ο Κοντόπουλος:
«...Η τέχνη αποτελεί μεγαλειώδη βεβαίωση της ανθρώπινης ανταρσίας, μιας υπερήφανης απελευθέρωσης, την επική προσπάθεια μας να δημιουργήσουμε έναν άλλο κόσμο, αποκλειστικά ανθρώπινο ενωτικό αντάξιο του ανθρώπου και μόνο για τον άνθρωπο».
Ο Κοντόπουλος σαν προσωπικότητα με τα πιστεύω του και το έργο του καθόρισε μια πορεία δύσκολη και ταυτόχρονα εποικοδομητική για τους ασυμβίβαστους νέους του σήμερα. Το να μιλήσεις και να κριτικάρεις το έργο του Κοντόπουλου είναι ανώφελο μπροστά στην ανωτερότητα του να παρατηρήσεις ένα έργο του. Η τιμή και το δράμα στηρίζεται σε μας, που από τη μια πλευρά τιμητικά μελετάμε το έργο του και από την άλλη καταπιεζόμαστε από το εμπορικό κατεστημένο που καταρρακώνει το πνεύμα και την αίσθηση του λάου. Δράμα για μια κοινωνία χαλινεμένη, δράμα για μηχανικούς, ζωγραφιστικούς ορίζοντες καλουπωμένους στα εθνικά και εμπορικά κυκλώματα. Ο Κοντόπουλος στις κάθε είδους ερωτήσεις έδωσε και την απάντηση.
Έγραφε: “ Ο νατουραλισμός, ήταν μια τέχνη δίχως μυστήριο, απαλλαγμένη από τις βαθιές σχέσεις με τον κόσμο, μια πραγματικότητα, που δεν περιεβάλλετο από τους μύθους που την ξεπερνούν... Σε αυτήν την εποχή μας μπορεί το νατουραλιστικό αναπαραστατικό έργο τέχνης, να συμπληρώνει τη διακοσμητική επίπλωση ενός εσωτερικού όπου ο σύγχρονος άνθρωπος ζει τις πρακτικές ανάγκες της καθημερινής του συνήθειας. Όμως είναι φανερό, ότι σε αυτήν την περίπτωση, δε βρισκόμαστε στην περιοχή της τέχνης. Γιατί κατ' αυτόν τον τρόπο, η τέχνη δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ποιητικής υπεροχής, στις εκκλήσεις των υπερβατικών εκείνων στοιχείων που βρίσκονται εκείθεν από το καθημερινό, της έξαρσης του ανθρώπου καθώς πρέπει να είναι ο σκοπός της Τέχνης”. Και συνεχίζει: “ Η Τέχνη είναι και αυτή μια υπέρτατη μορφή διακύρηξης της ανεξαρτησίας μας. Όταν για πρώτη – ίσως – φορά ο άνθρωπος χάραξε πάνω στις παρειές των σπηλαίων την εικόνα ενός ζώου ή ενός φυτού, ήταν η ημέρα που απλώθηκε το κάστρο της ανθρώπινης δουλείας!”.
Είναι λοιπόν απαραίτητο να εναρμονίσουμε τη πορεία μας με την πορεία αυτών των ανθρώπων που υπήρξαν οι εμπνευστές και οι πρωτεργάτες για μια καλύτερη κοινωνία.Πρέπει να βαδίσουμε στο δρόμο που χάραξαν οι πνευματικοί άνθρωποι για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ένα άλλο κόσμο αποκλειστικά ανθρώπινο – αντάξιο του ανθρώπου και μόνον για τον άνθρωπο.

ΆΡΘΡΟ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΛΤΣΙΔΑ


ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΛΑΜΙΑΚΟ ΤΎΠΟ ΤΟ 1981

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου